Σάββας Μπακιρτζόγλου | Ψυχολόγος – Ψυχαναλυτής
Ο Racker (στον Τζάκσον 2001) θεωρεί ότι ο αναλυτής κατά τη συνάντησή του με τον αναλυόμενο, προσκρούει ουσιαστικά, εκ νέου, στα δικά του παιδικά εγκλήματα. Ο συγγραφέας θεωρεί πως είναι ακριβώς αυτή η παιδική επιθετικότητα που οδηγεί τον αναλυτή σε αυτό το επάγγελμα, σε μια προσπάθεια αποκατάστασης των ενοχοποιημένων σχέσεων με το αντικείμενο: ο αναλυτής απειλείται πλέον με επιστροφή των κατεστραμμένων του αντικειμένων.
Kατά τον Racker (στον Τζάκσον 2001), τέτοιου είδους επικοινωνίες αρχίζουν πριν ακόμη φτάσει ο ασθενής στην πόρτα μας, εφόσον απ’ εξω γράφουμε «ψυχαναλυτής», θεραπευτής ή κάποιον παρόμοιο τίτλο.
Ποιο κίνητρο θα είχε ένας αναλυτής να θεραπεύσει αν δεν ήταν εκείνος ο οποίος, στη φαντασία του, θα είχε προκαλέσει την αρρώστια του αναλυόμενου; Ως εάν δηλαδή, η ιδιότητα «ασθενής», να εμπεριέχει ήδη τον ρόλο του κατήγορου (δηλ. του Υπερεγώ του ασθενή), ενώ ο τελευταίος μπαίνει στη θέση του οφειλέτη.
Σχετικά με την ιδέα του οφειλέτη, ο Μalamoud (1998) σημειώνει ότι στις θρησκείες της αρχαίας Ινδίας, ο κάθε άνθρωπος όταν έρχεται στη ζωή, βρίσκεται διαμιάς ζαλωμένος με οφειλές. Αυτές οι οφειλές τον καθορίζουν σε τέτοιον βαθμό ώστε ο άνθρωπος να είναι οφειλή.
Καταρχάς ο άνθρωπος οφείλει απέναντι στον θάνατο: η ίδια η ύπαρξή του είναι ένας σταθμός, τον οποίον ούτως ή άλλως θα του αξιώσει ο Yama,oθεός του θανάτου.
Από την άλλη ο άνθρωπος οφείλει σε μια τετραπλή ομάδα δανειστών: τους θεούς, τους προγόνους, τους προφήτες και τους άλλους ανθρώπους. Επομένως ευθύς εξαρχής ο άνθρωπος είναι εγκλωβισμένος σε αυτήν την κατάσταση του χρέους. Οι τρόποι των ανθρώπων ώστε να ικανοποιηθούν οι δανειστές είναι μέσω θυσιών απέναντι στους θεούς, με την πατρότητα απέναντι στους προγόνους, ενώ απέναντι στους προφήτες μαθαίνοντας το ιερό κείμενο του Veda ώστε να μην σταματήσει ποτέ η παράδοση. Τέλος απέναντι στους άλλους ανθρώπους παρακολουθώντας τα τελετουργικά της φιλοξενίας.
Πώς όμως ο άνθρωπος έγινε οφειλέτης; Πώς και πότε δανείστηκε και τι ακριβώς είδους αγαθά δανείστηκε; Αυτές οι ερωτήσεις δεν επιδέχονται απαντήσεων. Ωστόσο το ερώτημα δεν είναι δυνατόν να μην τεθεί, καθώς η έννοια της λέξης «οφειλή» ανήκει στο λεξικό της επιστήμης της οικονομίας και παραπέμπει στην ανάγκη /υποχρέωση απόδοσης ενός δανεισθέντος αγαθού. Δεν πρόκειται απλά και γενικότερα για ένα συνώνυμο του «καθήκοντος» ή της υποχρέωσης.
Βρισκόμαστε λοιπόν εδώ μπροστά στο παράδοξο της οφειλής χωρίς προηγούμενο δάνειο, ή, τουλάχιστον, χωρίς συνειδητότητα του συμβάντος του δανεισμού, μια συνέπεια χωρίς αιτία, ένα παρόν χωρίς παρελθόν. Επομένως η ενεστώσα δυσμενής θέση του ανθρώπου, δεν μπορεί να γίνεται αντιληπτή ως η συνέπεια ενός διαπραχθέντος λάθους. Αν η συγγενής φυλογενετικά μεταδιδόμενη οφειλή είναι ένα έλλειμμα που συμπληρώνεται διαμέσου ενός προγράμματος τελετουργικών, ωστόσο δεν είναι μια αθέτηση, ακόμα περισσότερο δεν είναι η συνέπεια ενός διαπραχθέντος αμαρτήματος, το έσχατο σημείο μιας (εκ) πτώσης. Έτσι, οι υποχρεώσεις-αποδόσεις που επιβάλλονται στον άνθρωπο δεν είναι εν είδει εξιλέωσης, δεν υπαγορεύονται από μια καταδίκη έτσι ώστε το ενοχικό συναίσθημα να μην έχει λόγο ύπαρξης. Αυτό δε σημαίνει ότι η θρησκεία του Veda αγνοεί την έννοια του λάθους και της ατιμίας, της αισχύνης. Αντιθέτως, ο φοβερός θεός Varuna είναι πάντα πρόθυμος να υφαρπάξει τον αμαρτωλό και να τον εξοντώσει. Ωστόσο για κάποιες ινδικές θρησκείες, τα εγκλήματα που κάνει ο άνθρωπος, το πεπερασμένο της ζωής του και οι ταλαιπωρίες στις οποίες εκτίθεται, δεν είναι, από θεολογικής απόψεως, η συνέπεια ενός «προπατορικού αμαρτήματος», όπως στην χριστιανική θρησκεία (αμάρτημα των πρωτόπλαστων στην Παλαιά Διαθήκη, φόνος του πατέρα της πρωτόγονης ορδής[1], κατά τον φροϋδικό μύθο). Ωστόσο φαίνεται ότι οι έννοιες του σφάλματος και της οφειλής αλληλεπικαλύπτονται και τέμνονται η μία με την άλλη. Μια προσευχή στον θεό Αgni, θεό της θυσιαστήριας φωτιάς, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων: « ….τα χτυπήματα που έδινα στον πατέρα και την μητέρα μου όταν ήμουν μικρός και σκαρφάλωνα στα γόνατά τους δεν είναι βίαιες πράξεις και άρα κολάσιμες. Εξέφραζαν μόνο τη διέγερση και την ευχαρίστηση που μου προξενούσαν τα χάδια τους, ή καθώς βύζαινα το στήθος της μητέρας μου. Επομένως δεν έπραττα με την πρόθεση να τους προξενήσω κακό. Επί πλέον αυτά τα χτυπήματα τους προξενούσαν ευχαρίστηση. Ωστόσο δεν τους προσέφερα ανταπόδοση για την υπομονή με την οποίαν με ανέχτηκαν. Είναι ως προς αυτό για το οποίο είμαι ενδεχομένως χρεωμένος απέναντί τους. Μπορώ, Agni, με τη βοήθεια της επιείκειάς σου να απαλλαγώ από αυτήν την οφειλή;». Βλέπουμε εδώ τις ικανοποιήσεις στην αγκαλιά της μαμάς και τα χτυπήματα εναντίον του μπαμπά να αποτελούν δυο ουσιαστικά μοτίβα της ανθρώπινης ενοχικότητας, σε μια αμβλυμένη μορφή, πόσο μάλλον καθώς ανάγονται σε μια ξεχασμένη παιδική ηλικία.
Πηγή: Σάββας Μπακιρτζόγλου, Σημειώσεις Προγράμματος «Επέκεινα-Ψυχαναλυτική Πράξη»
[1]Σύμφωνα με τον φροϋδικό μύθο της ορδή των πρωτόγονων την οποία μελέτησε ο Freud (1912-13 στο έργο του «Τοτέμ και Ταμπού»), τα μέλη της, τ’ αδέρφια δηλαδή, συνασπίστηκαν και σκότωσαν τον τυραννικό πατέρα, τον αρχηγό της φυλής. Tον εκθρόνισαν για να του πάρουν τη θέση, την εξουσία. Στη συνέχεια αφού συγκρούστηκαν άγρια για την κατάκτησή της ήρθε μια στιγμή που μετανόησαν για την πράξη τους και επανενώθηκαν για να επανορθώσουν λατρεύοντάς τον σε έναν τόπο: ήταν η πρώτη εκκλησία, ένας υπερβατικός- μεταφυσικός χώρο όπου ο Παντοδύναμος επανεπενδύεται ως αντικείμενο λατρείας