● Η ψυχολογική υποστήριξη διαφέρει από την κλασική ψυχανάλυση (ντιβάνι) και την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία μεταξύ άλλων στη μικρότερη συχνότητα των συναντήσεων με τον ψυχολόγο. Ο ειδικός εδώ μπορεί να είναι παρεμβατικότερος, περισσότερο κατευθυντήριος και «συμβουλευτικότερος» απ’ότι στην ψυχανάλυση.
Επιπλέον ο υποστηρικτικός ψυχολόγος είναι λιγότερο ουδέτερος στις τοποθετήσεις και την εν γένει στάση του απ’ότι ένας ψυχαναλυτής, ενώ η ψυχανάλυση (και η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία) έχουν μεγαλύτερη διάρκεια.
Υποστηρίζεται, όχι αδίκως, ότι η ψυχολογική υποστήριξη είναι μια βοήθεια περισσότερο «συμπτωματική», που στοχεύει απευθείας στο πρόβλημα (στο σύμπτωμα) και τη βελτίωσή του ενώ η ψυχανάλυση διερευνά τα αίτια του συμπτώματος, ως εκ τούτου αποσκοπεί σε ριζικότερες με μονιμότερες αλλαγές της προσωπικότητας και των συνηθειών του υποκειμένου.
● Η Ψυχανάλυση είναι ένα σύστημα θεωρίας, θεραπευτικής πρακτικής και έρευνας, το οποίο εστιάζει στη μελέτη του ασυνειδήτου. Η γέννηση της Ψυχανάλυσης οφείλεται στο έργο του αυστριακού ψυχιάτρου S.Freud ο οποίος έθεσε τα θεμέλιά της μέσα από κλινικές μελέτες με ασθενείς στην ψυχή και το σώμα (πάσης φύσεως δυσλειτουργίες στην εργασία, τις σχέσεις και την γενικότερη ποιότητα ζωής).
Ο ψυχαναλυτής στη συνάντηση με τον ασθενή προσπαθεί να διερευνήσει το “μαύρο κουτί” του (ασυνείδητο περιεχόμενο), χρησιμοποιώντας τον ελεύθερο συνειρμό, ενθαρρύνει δηλαδή τον ασθενή να εκφράζει αυτά τα οποία σκέφτεται (όσο τυχαία και αν είναι), χωρίς να τον λογοκρίνει και να του τοποθετεί φραγμούς. Ο σκοπός που επιτυγχάνεται με αυτό είναι η ανάδυση λανθανουσών σκέψεων δηλαδή εκβλαστήσεων και παράγωγων του ψυχισμού του όπως αυτός διαμορφώνεται μέσα από τη διάδραση με σημαντικούς άλλους.