Σάββας Μπακιρτζόγλου | Ψυχολόγος – Ψυχαναλυτής
Ο Κ. Αbrahamτο 1908 δουλεύοντας με ψυχικά αρρώστους, περιέγραψε τη διαδικασία αποεπένδυσης του αντικειμένου –του εξωτερικού κόσμου- και την αναδίπλωση στον εαυτό τους. Η επιδίωξη της μοναξιάς συνιστά το προεξάρχον σημείο της μελαγχολίας (Κοπιδάκης 2002) χαρακτηριζόμενη απόφυγανθρωπία, που μπορεί να είναι ανθρωποφοβία ή μισανθρωπία. Ο Jean-PhilippeEsquirolτο 1820 χρησιμοποιεί τη λέξη λυπομανία( lypemania) ή και λιποθυμία για να περιγράψει τη θεόσταλτη θυμοβορία (που κατατρώγει την καρδιά) του Βαλλερεφόντη, την οποία σκιαγραφεί ως μια δυσθυμία βαρύτατης μορφής, ενώ προτιμά να αφήνει τη λέξη μελαγχολία στους ηθογράφους και τους ποιητές. Υποστηρίζει ότι οι λυπομανείς είναι εξαιρετικά κατάλληλοι για την καλλιέργεια των τεχνών και των επιστημών: έχουν αδύνατη μνήμη, αλλά οι ιδέες τους είναι τολμηρές και οι αντιλήψεις τους πλατιές, είναι δε ικανοί να στοχάζονται σε βάθος. Οι μεγάλοι νομοθέτες είναι κατά κανόνα μελαγχολικοί : ο Μωάμεθ, ο Λούθηρος, ο Τάσσο, ο Κάτων, ο Πασκάλ, ο Ρουσσώ κ.λπ. Ο ίδιος ο Ευριπίδης εμφανίζεται ως σκυθρωπός, σύννους και μισόγελως. Λέγεται ακόμη πως διημέρευε σ’ ένα σπήλαιο στη Σαλαμίνα αποφεύγοντας τις συναναστροφές μολονότι γνώριζε το κόστος της εσωστρέφειας και της μοναξιάς: «κουδείς αυτός, ευτυχεί ποτέ» (Τρωάδες), «κανείς άνθρωπος που είναι επικεντρωμένος στον εαυτόν του δε γνωρίζει την ευτυχία».
Στην αρχαιότητα διάβαζαν μεγαλοφώνως ή άκουγαν κάποιον συνεργό να τους διαβάζει, δούλο κατά προτίμηση. Ο Αριστοτέλης ήταν από τους πρώτους που υιοθέτησαν τη σιωπηλή ανάγνωση και γι αυτό ο Πλάτων τον αποκαλούσε πειρακτικά «ο αναγνώστης». Όμως αυτή ακριβώς η αυτάρκεια συντελούσε στην επιδείνωση της μοναξιάς του (ροπή προς τον μονήρη βίο). Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τα επίθετα «αυτίτης» (από το αυτός, ο επικεντρωμένος στον εαυτόν του, ο καθ’ αυτόν ών ) και «μονώτης» για τον εαυτόν του, ονομάζει δε φιλόμυθο αυτόν που αγαπά τους παλαιούς μύθους, που τέρπεται με το θαυμαστό κόσμο των πλασματικών ιστοριών και είναι βυθισμένος στην ανάγνωση των παραδοσιακών, και όχι τον φλύαρο, τον αδολέσχη (πολυλογάς).
Η ενασχόληση αυτή αρμόζει στον φιλόσοφο που αρέσκεται να αναλογίζεται τα αρχετυπικά θέματα, επομένως ο Αριστοτέλης ήταν αυτίτης και μονώτης γι’ αυτό και φιλόμυθος. Ωστόσο ο φιλόσοφος και δάσκαλος είχε διεκτραγωδήσει τη χαλεπότητα του μονήρους βίου. Δε δίσταζε να παραδεχθεί πως ο άνθρωπος που έχει δυσκολίες επικοινωνίας ή είναι αυτάρκης(Ύβρις…) , θα πρέπει να θεωρηθεί άγριο ζώο ή Θεός. Δήλωνε ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του ζώο πολιτικόν, δηλαδή είναι πλασμένος να ζει μέσα σ’ένα οργανωμένο σύνολο, την πόλη, και να συναγελάζεται με τους πολλούς (παρετυμολογικός συσχετισμός των αρχαίων της λέξης «πόλις» με τους «πολλούς»). Με όρους της σύγχρονης επιστήμης η τάση για απομόνωση και η εσωστρέφεια του φιλοσόφου θα μπορούσαν ενδεχομένως να αποδοθούν σε ενδογενή μονοπολική κατάθλιψη.