Η Επίθεση στους δεσμούς στην ψυχαναλυτική πράξη- Η Προβλητική Ταύτιση
Σάββας Μπακιρτζόγλου | Ψυχολόγος – Ψυχαναλυτής
Ο Bion αναφέρεται στο φαινόμενο της επίθεσης στους δεσμούς στην ψυχανάλυση. Πρόκειται για την επίθεση του αναλυόμενου στους δεσμούς, στη σχέση με τον αναλυτή του: επιθέσεις που έχουν να κάνουν με τις γνωστικές λειτουργίες της σκέψης του αναλυτή και στη σχέση του αναλυόμενου μαζί του. Αυτό ο αναλυόμενος το πετυχαίνει μέσω του αμυντικού μηχανισμού της προβλητικής ταύτισης.
Παράδειγμα: Ο αναλυόμενος είναι θυμωμένος και κάνει τον αναλυτή του να θυμώσει. Άλλως ειπείν, ο αναλυόμενος κάνει τον αναλυτή του να νιώθει αυτό που ο ίδιος νιώθει. Στην προβλητική ταύτιση δεν υπάρχει η αυτονομία σκέψης του καθενός. Η αυτάρκεια παραλύει, ακυρώνεται, θολώνουν οι γνωστικές λειτουργίες του αναλυτή.
Στην ανάλυση όταν υπάρχει μια καταστροφή του αντικειμένου (του αναλυτή) από την επίθεση του ασθενούς ο τελευταίος βρίσκει πάντα τρόπους να συνεχίζει την καταστροφή του, όπως ο αναλυόμενος του K.Abraham ο οποίος είχε κάνει διάφορες ψυχοθεραπείες πριν ξεκινήσει ανάλυση. Η τελευταία ήταν η ύστατή του ελπίδα, ένα αντικείμενο που ήταν δεν ήταν εκ των προτέρων κατεστραμμένο, ένα αντικείμενο που δεν είχε καταστρέψει. Ωστόσο, αρχίζοντας την ανάλυση αυτοκτόνησε. Δεν ήταν η ανάλυση που τον έκανε ν’ αυτοκτονήσει, όσο η σχέση του με το αντικείμενο, ο τρόμος του μήπως το καταστρέψει. Τα άτομα που έχουν παντοδυναμία καταστρέφοντας τα αντικείμενα με patterns που επαναλαμβάνονται ταυτόσημα, νοιώθουν ένα δέος μπροστά στην εσωτερική δύναμη που μπορούν να έχουν, κάνοντας τους άλλους να συμπεριφέρονται σύμφωνα με το pattern τους. Ωστόσο αυτό ταυτόγχρονα τους προξενεί και φόβο: το pattern αυτό προσλαμβάνει μαγική διάσταση, είναι μια τελετουργία που ταράζει και τους ίδιους. Σε αυτούς τους ασθενείς χρειάζεται να βάζουμε όρια, ώστε να μη γίνεται συνέχεια το δικό τους. Όταν νοιώθουν ότι ο θεραπευτής τους έχει το πάνω χέρι, τότε μπορεί να επιμένουν να έρθουν για να τον καταστρέψουν.
ΠΡΟΒΛΗΤΙΚΗ ΤΑΥΤΙΣΗ: είδος προβολής. Αμυντικός μηχανισμός εισαχθείς από την ΜelanieKlein (1946) στα πλαίσια της θεώρησης της περί σχιζοειδών μηχανισμών (σχιζοπαρανοειδής θέση). Σε αυτήν τη φάση της ψυχοσεξουαλικής εξέλιξης του παιδιού (έξι πρώτοι μήνες της ζωής), τα πράγματα δεν είναι σαφώς ξεχωρισμένα μεταξύ Εγώ και μη Εγώ. Δεν υπάρχει ενοποίηση στα τμήματα του Εγώ, ως εκ τούτου μπορεί να προκύψει η εξής φαντασιωτική λειτουργία: τμήματα του εαυτού μου ενοχλητικά είτε γιατί είναι κακά είτε γιατί είναι πολύ καλά (το καλό ερεθίζει όπως και το κακό ) τα εναποθέτω στον άλλο, επειδή δεν τα αντέχω (το Εγώ έτσι αποφορτίζεται ), και στη συνέχεια τα ξαναπαίρνω πίσω, δηλαδή επανενδοβάλω αυτά που ο άλλος μου στέλνει πίσω από εκείνα που του εναπόθεσα. Η προβλητική ταύτιση είναι μια φαντασιωτική λειτουργία ανταλλαγής προϊόντων. Πρόκειται για έναν αμυντικό μηχανισμό που μπορεί να λειτουργεί και αργότερα στη ζωή του υποκειμένου. Είναι ένας πρώιμος μηχανισμός άμυνας με τον οποίο τα όρια καταργούνται, υπάρχει μια σύγχυση Εγώ – μη Εγώ (στην προβολή τα όρια είναι πιο σαφή). Είναι μια άμυνα κατά οποιουδήποτε πένθους, δεν υπάρχει διαφορά. Αυτό αφορά σε μια φαντασία πληρότητας (πρωτογενής ναρκισσισμός ), είναι αυτό που γεμίζει και αδειάζει μεταξύ δύο αντικειμένων σαν δύο συγκοινωνούντα δοχεία. Αφορά σε μια λειτουργία η οποία δεν είναι βοηθητική ως προς την εντακτική πορεία του Εγώ, την ικανότητα του Εγώ να εντάσσει και να εσωτερικεύει στοιχεία με σκοπό τη δόμηση του, στο μέτρο κατά το οποίο το υποκείμενο αδειάζει τα ενοχλητικά τμήματα του εαυτού του στο περιβάλλον. Είναι μια άμυνα κατά της σχέσης, εναντίον της σχέσης, μέσω της οποίας, εν τέλει, Εγώ και ο άλλος είμαστε ένα, είμαστε μαζί. Δεν υπάρχει Εγώ και ο άλλος.
Στην ανάλυση ο αναλυόμενος προβάλλει στον αναλυτή του ότι φερ΄ ειπείν δεν τον φροντίζει. Ο αναλυτής νιώθει αυτό που ο αναλυόμενος του έχει προβάλει (αισθάνεται πως δεν φροντίζει τον ασθενή του). Στη συνέχεια ο αναλυόμενος ταυτίζεται με αυτό που έχει προβάλει στον αναλυτή του και γίνεται πράγματι ο μη φροντισμένος ασθενής: αναλυτής και ασθενής φτάνουν να νιώθουν και οι δυο το ίδιο πράγμα. Επί παραδείγματι ο αναλυόμενος είναι θυμωμένος και κάνει τον αναλυτή του να θυμώνει, άλλως ειπείν ο αναλυόμενος κάνει τον αναλυτή του να νιώθει αυτό που ο ίδιος νιώθει. Αυτό είναι η προβλητική ταύτιση. Εδώ δεν υπάρχει αυτονομία της σκέψης του καθενός, η αυτάρκεια παραλύει , ακυρώνεται. Παρασύρεται και ο άλλος στο συγκύτιο με συνέπεια να θολώνονται οι γνωστικές του λειτουργίες. Κατά τον Βion πρόκειται για επίθεση στους δεσμούς στη σχέση με τον άλλο. Σε αυτές τις επιθέσεις περιλαμβάνεται και ο αναλυτής. Πρόκειται για επιθέσεις που έχουν να κάνουν με τις γνωστικές λειτουργίες της σκέψης του αναλυτή και τη σχέση του αναλυόμενου μαζί του. Αντί να δημιουργηθεί ένα εργαλείο της σκέψης, αυτό το εργαλείο αχρηστεύεται και πετιέται έξω κάτι που βλέπουμε με τους οριακούς. Για παράδειγμα, ένας οριακός ασθενής έρχεται θυμωμένος στη θεραπεία και με απορριπτική διάθεση για το θεραπευτή του. Ο θεραπευτής τότε μπορεί να θυμώνει και δείχνει το θυμό του είτε σε αυτά που λέει στο θεραπευόμενο είτε σε αυτά που κάνει ( εκδραματίση), π.χ του λέει: «δεν μπορώ να συνεργαστώ μαζί σας». Ιδού η αδυναμία του θεραπευτή να επεξεργαστεί αυτό που του προβάλλει ο θεραπευόμενος. Έτσι διώχνει τον ασθενή, ο οποίος τότε χαίρεται γιατί επιτυγχάνει τον ασυνείδητο σκοπό του που ήταν πράγματι να τον διώξει ο αναλυτής του και να πει: «δεν με ήθελε ο γιατρός».
Ο θεραπεύομενος μέσω της προβλητικής ταύτισης κάνει αυτό που θέλει: ο έλεγχος του αντικείμενου είναι μια βασική λειτουργία της προβλητικής ταύτισης, κατά την Klein: έλεγχος διάμεσου (through). Πρόκειται, εν τέλει, για τον έλεγχο του άγχους του υποκειμένου, του θεραπεύομενου, μέσα από την κατοχή και τον έλεγχο του άλλου, του θεραπευτή: «πετάει» κάτι σε αυτόν με σκοπό να τον «γραπώσει», να τον ελέγξει και, ελέγχοντας τον θεραπευτή, ελέγχει το δικό του άγχος. Αν δεν επεξεργαστούμε την προβλητική ταύτιση, έχουμε ξεφύγει σαν θεραπευτές.
Ο Βion επεξεργαζόμενος το μηχανισμό της προβλητικής ταύτισης του έδωσε και άλλη διάσταση, έβαλε και τον επικοινωνιακό χαρακτήρα, τη δυνατότητα επικοινωνίας: το παιδί προβάλλει στη μαμά του κάτι το οποίο του είναι ανυπόφορο, προβάλει πάνω της τα κακά του (επιθετικότητά του). Η προβολή αυτού του τύπου (« πετάω τα κακά στον άλλο») έχει να κάνει και με περιέργεια, είναι μια λειτουργία γνώσης, διερεύνησης: το υποκείμενο ενδιαφέρεται να μάθει τι γίνεται πιο έξω. Όταν το παιδί (αναλυόμενος ) προβάλλει στη μαμά του (αναλυτής) αυτά που δεν μπορεί να αντέξει, τότε η μαμά του-αναλυτής[1]εμπεριέχων οφείλει αυτά να τα κρατήσει να τα μεταβάλλει και να τα επιστρέψει όχι σαν κακά στοιχεία, αλλά σαν καλά. Το παιδί τότε θα έχει το αίσθημα του εμπεριέχεσθαι: νιώθει καλά στην «αγκαλιά» του άλλου.
Επικοινωνιακή διάσταση της προβλητικής ταύτισης: ο αναλυτής πρέπει να μπορέσει να εμπεριέξει. Όταν η μητέρα μπορεί να κρατήσει και να εμπεριέξει το «κακό» αρχίζει και οργανώνει τον εσωτερικό κόσμο του παιδιού. Δημιουργεί δεσμούς , φτιάχνει τον ψυχισμό. Όταν το εμπεριέχον (η μαμά) δεν μπορεί να κρατήσει το «κακό» κομμάτι που το παιδί της προβάλει, τότε για τον ψυχισμό του παιδιού επιβεβαιώνεται ότι, όντως, αυτό είναι ένα κακό κομμάτι το οποίο ξαναπαίρνει μέσα του και αυτό το κακό – επιθετικό κομμάτι καταστρέφει το ψυχικό νήμα: το παιδί βάζει μέσα του σαν κακό αυτό που ο άλλος του επιστρέφει ως κακό, π.χ λέει το παιδί : «τι είναι αυτό;» Γονιός « πάψε βλάκα!». Σε αυτήν την περίπτωση, το ενδιαφέρον να μάθει, η περιέργεια του παιδιού, εισάγονται μέσα του ως κακά με συνέπεια να αναστέλλεται η λειτουργία του υποκειμένου.
Η επιθετικότητα του υποκειμένου (προβολή του κακού) μπορεί να είναι τέτοια ώστε αυτό να αισθάνεται ότι καταστρέφει το αντικείμενο. Στη συνέχεια το υποκείμενο εσωτερικεύει αυτό το κατεστραμμένο αντικείμενο για να επανορθώσει-αποκαταστήσει. Όμως, αυτό το κατεστραμμένο αντικείμενο υπάρχει μέσα του ως «σάπιο», δεν ευνοεί την επικοινωνία ούτε το δέσιμο των συναισθημάτων, των αναπαραστάσεων, των σκέψεων. Άλλως ειπείν, η εσωτερίκευση ενός κατεστραμμένου από την επίθεση μου αντικείμενου οδηγεί στο συναίσθημα του κενού: κενό στη σκέψη, στο συναίσθημα.
Συνοπτικά, η προβλητική ταύτιση έχει τριπλό χαρακτήρα :
α) εκφορτιστικό = να πετάξω αυτά που δεν αντέχω
β) ελεγκτικό = έλεγχος του αντικειμένου «διαμέσου»
γ) επικοινωνιακό
Οι διαφορές των μηχανισμών Προβλητικής Ταύτισης και Προβολής
ΠΡΟΒΛΗΤΙΚΗ ΤΑΥΤΙΣΗ
Το υποκείμενο «πετάει», προβάλει κάτι στο υποκείμενο με σκοπό να το «γραπώσει» , να το ελέγξει. Τα όρια υποκειμένου – αντικειμένου καταργούνται, υπάρχει σύγχυση του Εγώ – μη Εγώ.
ΠΡΟΒΟΛΗ
Το υποκείμενο δεν έχει σκοπό να ελέγξει το αντικείμενο, αλλά να πετάξει κάτι πάνω του: δε νιώθω αυτό που το υποκείμενο μου προβάλλει. Είναι πιο υγιείς μηχανισμός. Τα όρια υποκειμένου – αντικειμένου (Εγώ – μη Εγώ) είναι πιο σαφή.
Πηγή: Σημειώσεις Εκπαιδευτικών Σεμιναρίων του Προγράμματος «Επέκεινα-Ψυχαναλυτική Πράξη»
1Παιδί – αναλυόμενος , μαμά – αναλυτής είναι ανάλογα χωρίς να είναι ταυτόσημα