Βασισμένο στο άρθρο S. Freud. “On narcissism: an introduction” (1914-1916).
Σάββας Μπακιρτζόγλου | Ψυχολόγος – Ψυχαναλυτής
Άνθρωποι με διαταραγμένη ψυχοσεξουαλική εξέλιξη επιλέγουν το ερωτικό αντικείμενο με πρότυπο όχι τη μητέρα ή τον προστάτη άντρα, αλλά τον εαυτό τους προάγοντας τοιουτοτρόπως μια ναρκισσιστική και όχι αντικειμενοτρόπο επιλογή αντικειμένου. Σε αυτήν την περίπτωση ο στόχος και η ικανοποίηση του υποκειμένου είναι πρωτίστως να αγαπηθεί από έναν άλλον άνθρωπο.
Στη ναρκισσιστική επιλογή αντικειμένου αγαπάει κανείς αυτό που είναι ο ίδιος (τον εαυτόν του), αυτό που ήταν κάποτε ο ίδιος και το έχασε, αυτό που θα επιθυμούσε να είναι ή το πρόσωπο εκείνο που εκπροσωπεί μέρος του εαυτού του ή που διαθέτει αυτά τα χαρίσματα που του λείπουν. Πρόκειται για είδος επιλογής αντικειμένου συχνά απαντώμενος στις γυναίκες (γυναικείος ναρκισσισμός).
Ο Freud (1914-16 ) διατεινόταν ότι κατά την εφηβεία παρουσιάζεται στο κορίτσι- διαμέσου της διάπλασης των γεννητικών οργάνων του- μια αύξηση του παιδικού πρωτογενούς ναρκισσισμού που δεν ευνοεί τη διαμόρφωση ενός επαρκούς έρωτα προς το αντικείμενο, δεν προάγει μια αγάπη εμφορούμενη από την σεξουαλική εξιδανίκευση και υπερτίμηση του άλλου. Ιδιαίτερα, σημειώνει ο Freud, «στην περίπτωση της ανάπτυξης του κοριτσιού σε καλλονή, εμπεδώνεται στη νεαρή γυναίκα μια αυτάρκεια, η οποία την αποζημιώνει για την κοινωνικά περιορισμένη ελευθερία επιλογής αντικειμένου». (FreudS. 1914, σ.26). Η εξέλιξη διαμορφώνεται διαφορετικά στη γυναίκα, τουλάχιστον στον συνηθέστερο και πιθανώς πιο αμιγή και γνήσιο τύπο της. Για να ακριβολογήσουμε, τέτοιες γυναίκες αγαπούν μόνο τον εαυτόν τους, με την ίδια ένταση που τις αγαπάει ένας άντρας. Η ανάγκη τους δεν είναι να αγαπήσουν αλλά να αγαπηθούν και ανέχονται μόνο τους άντρες οι οποίοι εκπληρώνουν αυτόν τον όρο. Είναι στην ουσία ερωτευμένες με τον έρωτα και από την αρχή της η σχέση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Συχνά διαλύουν το δεσμό με περιφρόνηση, αφήνοντας τον άλλο συντετριμμένο, ταπεινωμένο και γεμάτο απορία. Όπως γράφει ο Stendhal (1831) ως δεινός μελετητής του ναρκισσισμού, τέτοιες γυναίκες «δεν ξέρουν ν’ αγγίξουν μια καρδιά χωρίς να την τσαλακώσουν».
Ναρκισσιστικοί ασθενείς δε βρίσκουν καμιά ικανοποίηση να δίνουν από τον εαυτόν τους. Η ανάγκη τους για αγάπη είναι μονόπλευρη και ακόρεστη, απαιτητική αλλά χωρίς πίστη, απεγνωσμένα πιεστική αλλά καχύποπτη ως προς την αμοιβαιότητά της, την πιθανότητα να ικανοποιηθεί ή να βρει ανταπόκριση ανάλογη με τις μεγάλες προσδοκίες που έχουν από το αντικείμενο. Οι ανεδαφικές τους προσδοκίες καθιστούν το αντικείμενο αγάπης ανίκανο, αποστερώντας τη σχέση μαζί του από κάθε νόημα ή μέλλον.
Εντούτοις, θεωρείται πολύ υψηλή η σημασία αυτού του τύπου της γυναίκας για την ερωτική ζωή των αρσενικών. Είναι συχνά αυτές ακριβώς οι οποίες ασκούν τη μεγαλύτερη γοητεία στους άνδρες όχι μόνο για αισθητικούς λόγους, επειδή συνήθως είναι οι ωραιότερες, αλλά επειδή ο ναρκισσισμός ενός ατόμου γίνεται ελκυστικότατος σε όσους έχουν πλήρως παραιτηθεί από τη δική τους αυταρέσκεια και βρίσκονται σε ερωτική αναζήτηση του αντικειμένου. Το θέλγητρο του παιδιού οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στον ναρκισσισμό του, στην αυτάρκεια και στο απρόσιτό του, το ίδιο και το θέλγητρο ορισμένων ζώων που μοιάζουν να μη νοιάζονται για μας, όπως οι γάτες και τα μεγάλα αρπακτικά. Είναι, σημειώνει ο Freud, “… σα να ζηλεύουμε αυτά τα όντα για τη διαιώνιση μιας μακάριας ψυχικής κατάστασης, μιας απρόσβλητης θέσης της λιβιδούς, της ναρκισσιστικής, την οποίαν εμείς οι ίδιοι έχουμε εγκαταλείψει» (Freud 1914, σελ. 27).
Παραταύτα, υπάρχει και ένας απροσδιόριστα μεγάλος αριθμός γυναικών οι οποίες αντίθετα αγαπούν και εκδηλώνουν την ανάλογη σεξουαλική υπερτίμηση (εξιδανίκευση) απέναντι στο αντικείμενο του πόθου τους. Απόσπασμα από το κείμενο «Περί του γυναικείου ναρκισσισμού: εκείνες που δεν ξέρουν ν’αγγίξουν μια καρδιά χωρίς να την τσαλακώσουν»,